Η γρίπη απειλεί άτομα κάθε ηλικίας και κατάστασης υγείας. Κανένας δεν έχει ανοσία σε αυτήν, αφού ο υπαίτιος ιός μεταλλάσσεται διαρκώς και κάθε χρόνο επικρατούν ένα ή περισσότερα νέα στελέχη.
Αν και οι περισσότεροι άνθρωποι που αρρωσταίνουν από γρίπη αναρρώνουν μέσα σε μία-δύο εβδομάδες, μερικοί αναπτύσσουν επιπλοκές οι οποίες σε ακραίες περιπτώσεις αποδεικνύονται μοιραίες.
Η εποχή της γρίπης στην Ελλάδα συνήθως αρχίζει στα μέσα Δεκεμβρίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), κάθε χρόνο νοσεί από γρίπη το 5-15% του πληθυσμού. Την περίοδο 2018-2019 υπολογίζεται ότι νόσησαν 300.000 άνθρωποι όλων των ηλικιών.
Ανάμεσα σε αυτούς τους ασθενείς καταγράφηκαν 388 περιστατικά σοβαρών επιπλοκών που χρειάσθηκαν αντιμετώπιση στο νοσοκομείο. Οι 374 από τους ασθενείς νοσηλεύτηκαν στην εντατική, ενώ 154 δεν κατάφεραν να κρατηθούν στη ζωή. Παρότι, όμως, αυτά είναι τα επισήμως καταγεγραμμένα περιστατικά, οι ειδικοί εκτιμούν ότι ο αληθινός αριθμός των θανάτων είναι πολύ μεγαλύτερος, δεδομένου ότι αναλογούν 9,8 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού.
Πώς επηρεάζει, όμως, η γρίπη το αναπνευστικό σύστημα και πώς μπορεί να εξελιχθεί σε πνευμονία;
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η δυσμενής αυτή εξέλιξη μπορεί να συμβεί σε δύο περιπτώσεις:
1. Εάν υπάρξει επιπλοκή από βακτήρια (συνήθως από πνευμονιόκοκκο ή σταφυλόκοκκο). Σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για βακτηριακή πνευμονία.
2. Εάν η ίδια η γρίπη προκαλέσει ιογενή πνευμονία.
Όπως εξηγούν επιστήμονες από το Τμήμα Ανοσολογίας του Πανεπιστημίου του Κονέκτικατ, όταν ένας άνθρωπος μολυνθεί από τον ιό της γρίπης, αναπτύσσεται λοίμωξη στην αναπνευστική οδό (μύτη, φάρυγγα, πνεύμονες) η οποία προκαλεί φλεγμονή και παρεμποδίζει τη ροή του αέρα. Καθώς περνούν οι μέρες, η φλεγμονή και οι άλλες αντιδράσεις του οργανισμού στη λοίμωξη προκαλούν βλάβες στον πνευμονικό ιστό οι οποίες, αν δεν αντιμετωπιστούν, μπορεί να εξελιχθούν σε πνευμονία.
Αυτό είναι πιθανότερο να συμβεί στους ηλικιωμένους, στις εγκύους, σε ανθρώπους με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, καθώς και στους πάσχοντες από χρόνια νοσήματα, όπως χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, άσθμα, καρδιακή νόσο, νεφροπάθεια, παχυσαρκία διαβήτη, δρεπανοκυτταρική νόσο κ.λπ.
Όπως αναφέρει η Αμερικανική Πνευμονολογική Εταιρεία (ALA), ένας ασθενής με γρίπη μπορεί να μεταδίδει τον υπαίτιο ιό από 1 ημέρα πριν εκδηλώσει συμπτώματα έως και 5-7 ημέρες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Μερικοί ασθενείς (ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά και τα άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό) μπορεί να είναι μεταδοτικοί για ακόμα περισσότερες μέρες.
Επειδή ο ιός της γρίπης μεταδίδεται με τα σταγονίδια που απελευθερώνονται με τον βήχα και το φτάρνισμα και τα οποία μολύνουν τόσο τον αέρα, όσο και τις επιφάνειες των αντικειμένων όπου καταλήγουν, έχει μεγάλη σημασία η απομάκρυνση των ιών της γρίπης και άλλων παθογόνων τόσο από τον αέρα όσο και από τις επιφάνειες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με δύο τρόπους.
Ο ένας είναι να αυξηθεί η κυκλοφορία του αέρα στους χώρους όπου συγχρωτίζονται πολλά άτομα. Συνιστάται καλός αερισμός των χώρων όταν είναι εφικτό ή αύξηση της κυκλοφορίας του αέρα στο σύστημα αερισμού των μεγάλων κτηρίων.
Ο δεύτερος τρόπος είναι να χρησιμοποιούνται συσκευές απολύμανσης και καθαρισμού του αέρα, ειδικά σχεδιασμένες για να εξουδετερώνουν γρήγορα τους ιούς και τα άλλα παθογόνα σε αυτόν αλλά και στις επιφάνειες. Μάλιστα υπάρχουν καινοτόμες συσκευές απολύμανσης και καθαρισμού του αέρα που εξουδετερώνουν επίσης τα αλλεργιογόνα (όπως γύρη, σκόνη, μούχλα, ακάρεα, τρίχωμα ζώων) αλλά και τις οσμές από καπνό, κουζίνα, κλεισούρα, καύση ξύλων, νέφος.
Αυτό γίνεται με μία εξαιρετικά αποτελεσματική μέθοδο για να καταστραφούν πλήρως οι παθογόνοι ιοί και μικροοργανισμοί. Όταν η συσκευή τίθεται σε λειτουργία, το υπεροξείδιο του υδρογόνου έρχεται σε επαφή με τον αέρα, όπου διασπάται και δημιουργούνται ελεύθερα ιόντα υδροξυλίου (ΟΗ-), που κυκλοφορούν στο χώρο που είναι τοποθετημένη η συσκευή, πάνω στα οποία «κολλούν» οι μικροοργανισμοί και τα παθογόνα και εξουδετερώνονται.
Οι συσκευές αυτές λειτουργούν με αναλώσιμες «κασέτες» που διαρκούν δύο μήνες και συστήνονται ιδιαίτερα για χώρους που ζουν άτομα με αλλεργίες ή αναπνευστικά προβλήματα (ΧΑΠ, άσθμα κ.α.), καθώς και για σπίτια με κατοικίδια.
Με την καθημερινή, συνεχή λειτουργία των συσκευών αυτών εξασφαλίζεται η καθαρότητα της ατμόσφαιρας του χώρου από αερόβια παθογόνα, αλλεργιογόνα, μούχλα και οσμές αλλά και η υγιεινή στις επιφάνειες του χώρου.