Κατάλαβα πόσο πολύ αγαπάω τη μαμά μου, όταν έγινα κι εγώ μαμά. Κατάλαβα αυτή την μαγική σχέση που έχουμε, όταν αγκάλιασα για πρώτη φορά τα μωρά μου. Καταλαβαίνω όλα αυτά που νιώθω για τη μαμά μου, κάθε φορά που κάθε νέο, καλό ή κακό, νιώθω για τα δικά μου τα παιδιά.
Όταν αρρώστησε η Νεφέλη, δεν μπορούσε κανείς να με παρηγορήσει. Ούτε η μαμά μου. Ότι και να μου έλεγε, δεν ένιωθα τίποτα από όλα όσα είχα συνηθίσει να νιώθω κάθε φορά που μου συνέβαινε κάτι: παρηγοριά, φροντίδα, ασφάλεια, ανακούφιση, θαλπωρή, προδέρμ.
Όταν αρρώστησε η Νεφέλη, θύμωσα πολύ με τη μαμά μου. Γιατί το είχε επιτρέψει αυτό; Γιατί επέτρεψε να πονάω τόσο; Γιατί δεν με προφυλάσσει; Γιατί δεν προφυλάσσει το μωρό μου; Εγώ είμαι το μωρό της, αυτά που νιώθω εγώ , εκείνη πρέπει να τα νιώθει διπλάσια, αφού πονάει το μωρό μου, το κομμάτι μου, πονάω κι εγώ, άρα πονάει κι εκείνη αφού εγώ είμαι δικό της κομμάτι. Έτσι δεν πάει;
Δεν ξέρω πως πάει. Ξέρω πως ούτε για μία στιγμή δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να μην αντέχει τον δικό μου πόνο. Μπορεί να μην αντέχει το πόσο πολύ πονάει το δικό της μωρό, το δικό της κομμάτι. Μπορεί να ένιωσε ανήμπορη να κάνει κάτι και για μένα και για το παιδί μου. Μπορεί να μην άντεξε το πόσο ανήμπορη ένιωσε.
Έτσι δεν ένιωσα κι εγώ; Ανήμπορη να σώσω το παιδί μου. Ανήμπορη να σώσει κι εκείνη το δικό της παιδί, ανήμπορη να σώσει το δικό της εγγόνι. «του παιδιού μου το παιδί , δυο φορές παιδί» λέει η παροιμία.
Υ.Γ Διαχείριση θυμού, το λένε οι ειδικοί. Δύο χρόνια ψυχοθεραπεία το λέω εγώ και διαχείριση της απώλειας. Γιατί χάνεις πολλά. Ακόμη κι αυτά που αγαπούσες χωρίς όρους.
Μαμά Μένια