«Η παιδιατρική ανάπτυξη αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας ανάπτυξης φαρμάκων», τόνισε, στο πλαίσιο της ομιλίας της στο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Κλινικών Μελετών, η προσκεκλημένη της Hacro, Dr Martine Dehlinger-Kremer, Αντιπρόεδρος Παιδιατρικής Ανάπτυξης στον Οργανισμό Synteract και Πρόεδρος, EUCROF, και ως εκ τούτου απαιτείται συνεργασία όλων των εμπλεκομένων μερών, προκειμένου να αναπτυχθούν και να διατεθούν περισσότερα φάρμακα για τα παιδιά στο μέλλον. Την ίδια στιγμή, τόνισε ότι οι παιδιατρικές δοκιμές έχουν μοναδικές ιδιαιτερότητες οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη βέλτιστη δημιουργία και εκτέλεσή τους.
Σήμερα, σύμφωνα με την ίδια, η έλλειψη φαρμάκων ειδικά εγκεκριμένων για τη θεραπεία παιδιών και παιδιατρικών ασθενειών, η υψηλή χρήση ‘’off-label’’ φαρμάκων σε παιδιά (περίπου 50% σε όλες τις θεραπευτικές περιοχές και πάνω από το 90% στα νεογνά που νοσηλεύονται στη μονάδα εντατικής θεραπείας), η μικρή ή και καθόλου επίσημη αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας, οι ασάφειες ως προς τη δοσολογία, η μεγάλη χρήση “αυτοσχέδιων σκευασμάτων” συνθέτουν την εικόνα της παιδιατρικής. Όπως η ίδια ανέφερε, η επίλυση αυτών των προβλημάτων είναι δύσκολη, αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για μία περιορισμένη αγορά, όπου συνταγογραφούνται λιγότερα φάρμακα και για μικρότερη περίοδο, υπάρχει υψηλό κόστος ανάπτυξης φαρμάκων, ο πληθυσμός δεν είναι εναρμονισμένος (διαφορετικές ηλικιακές ομάδες), κυριαρχεί ο φόβος ή η ταλαιπωρία των γονέων να συμμετάσχει το παιδί τους σε κλινικές μελέτες, ενώ υπάρχει και η έλλειψη κατάλληλων κανόνων για τη διεξαγωγή παιδιατρικών δοκιμών, καθώς και θέματα που άπτονται της ηθικής.
Πρωταρχικά, η ίδια θεωρεί αναγκαία την εισαγωγή του ρυθμιστικού πλαισίου, μέσω του οποίου μπορεί να βελτιωθεί η υγεία των παιδιών, να αυξηθεί η ποιότητα της παιδιατρικής έρευνας και να ενισχυθεί η διαθεσιμότητα εγκεκριμένων φαρμάκων για παιδιά. Πάνω από όλα όμως, πρέπει να υπάρξει αλλαγή στη συνολική θεώρηση του θέματος από την «Προστασία των παιδιών από την έρευνα» στην «Προστασία των παιδιών μέσω της έρευνας».
Όπως λέει, κανονισμοί για την Παιδιατρική ισχύουν σε όλο τον κόσμο, ενώ είναι υψίστης σημασίας το γεγονός ότι το 2017, ο ΕΜΑ και ο FDA ευθυγραμμίστηκαν στις απόψεις τους για το 73% των παιδικών φαρμάκων που εξέτασαν.
Ειδικότερα, στην Ευρώπη η ενίσχυση του παιδιατρικού κανονισμού (ΕΚ αριθ. 1901/2006 όπως τροποποιήθηκε) αναμένεται ότι θα συνεισφέρει τα μέγιστα στην ανάπτυξη περισσότερων φαρμάκων για παιδιά και νεογνά ανάλογα και με τις ανάγκες που υπάρχουν, ενώ αποκάλυψε ότι οι αρχές προτίθενται να καταρτίσουν έναν κατάλογο παιδιατρικών αναγκών που θα είναι διαθέσιμος μετά το 2020.
Παράλληλα στις ΗΠΑ, το νομοσχέδιο RACE που ψηφίστηκε στις 3 Αυγούστου 2017 και θα ισχύσει στις 18 Αυγούστου 2020, τερματίζει την απαλλαγή από τις υποχρεώσεις Prea για τα ορφανά αντικαρκινικά φάρμακα, εάν ο μοριακός στόχος του φαρμάκου τους είναι σχετικός με τον παιδικό καρκίνο. Σήμερα ερευνώνται 205 υποψήφιοι μοριακοί στόχοι για την έρευνα στον παιδικό καρκίνο και μόνο 5 μοριακοί στόχοι για αυτόματες παρεκκλίσεις.
Το σημαντικό είναι ότι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΚ) και ο EMA δεσμεύτηκαν να αναπτύξουν ένα λεπτομερές σχέδιο για την προώθηση της ανάπτυξης φαρμάκων για παιδιά, σε διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, υπογράμμισε η πρόεδρος του EUCROF.
Στην ομιλία της, η Dr Martine Dehlinger-Kremer, αναφέρθηκε και στις ιδιαιτερότητες των παιδιατρικών κλινικών δοκιμών, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι οι παιδιατρικοί ασθενείς θεωρούνται ευάλωτα άτομα. Ως εκ τούτου, πρέπει να υπάρχουν επαρκείς διατάξεις για την αναζήτηση της συναίνεσης των παιδιών και της συγκατάθεσης των γονέων ή των νόμιμων κηδεμόνων τους και να μην βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, είτε με έκθεση σε υπερβολικούς κινδύνους είτε με αδυναμία λήψης της απαραίτητης υγειονομικής περίθαλψης. Παράλληλα, αποτύπωσε και κάποιες ηθικές σκέψεις, όπως ότι οι κίνδυνοι και η επιβάρυνση πρέπει να είναι “ελάχιστοι” σε σύγκριση με την τυπική θεραπεία, ότι ο κίνδυνος από το εικονικό φάρμακο μπορεί ενδεχομένως να είναι «ελάχιστος», εκτός εάν η μελέτη είναι επεμβατική (π.χ. ενέσεις), υπάρχει κίνδυνος από την παρακράτηση «αποδεδειγμένης» ή «γνωστής αποτελεσματικής» θεραπείας κ.λπ.
Σύμφωνα με στοιχεία από τον ΕΜΑ, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κλινικές παιδιατρικές μελέτες είναι: δυσκολίες εγγραφής 36%, άλλοι λόγοι 30%, αρνήσεις/ προβλήματα με NCA 9%, αρνήσεις/ προβλήματα που συνδέονται με επιτροπές δεοντολογίας 7%, ανησυχίες για την ασφάλεια 6%, δυσκολίες στην ανάπτυξη συνταγών που σχετίζονται με την ηλικία 4%, ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα 3%, οργανωτικές αλλαγές 3%, άλλα θέματα ποιότητας 1%, οικονομικά προβλήματα 1%.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν στελεχωμένες τοποθεσίες στις οποίες μπορούν να πραγματοποιηθούν επιτυχημένες κλινικές δοκιμές. Καταρχήν, αναφέρθηκε στο Conect4children – c4c, που είναι ένα ευρύ συνεργατικό ευρωπαϊκό δίκτυο που στοχεύει στη διευκόλυνση της ανάπτυξης νέων φαρμάκων και θεραπειών για τον παιδιατρικό πληθυσμό με την συνεργασία 33 ακαδημαϊκών και 10 εταίρων από τη βιομηχανία. Σε αυτό συμμετέχουν 20 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, και νοσοκομεία, όπως το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σήμερα μέσω αυτού του δικτύου υποστηρίζεται το Πρόγραμμα IMI2, που ξεκίνησε το 2018. Ήδη βρίσκονται σε πιλοτική φάση: 7-8 δοκιμές – 4 ακαδημαϊκές δοκιμές και 3-4 βιομηχανικές δοκιμές, που καλύπτουν διάφορες ασθένειες και ηλικιακές ομάδες.