Η Bristol-Myers Squibb ανακοινώνει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το Nivolumab για τη θεραπεία ενηλίκων ασθενών με υποτροπιάζον ή ανθεκτικό κλασσικό λέμφωμα Hodgkin (cHL) μετά από αυτόλογη μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων (ASCT) και θεραπεία με brentuximab vedotin. Το Nivolumab είναι ο πρώτος και ο μοναδικός αναστολέας του PD-1 που έχει εγκριθεί για αιματολογική κακοήθεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Η έγκριση αυτή επιτρέπει την επέκταση της εμπορικής κυκλοφορίας του Nivolumab για το υποτροπιάζον ή ανθεκτικό cHL και στα 28 Κράτη-Μέλη της Ε.Ε.
Η έγκριση βασίζεται σε μία ενιαία ανάλυση των δεδομένων από τη μελέτη Φάσης 2 CheckMate -205 και τη μελέτη Φάσης 1 CheckMate -039, οι οποίες αξιολογούν ασθενείς με υποτροπιάζον ή ανθεκτικό cHL μετά από ASCT και θεραπεία με brentuximab vedotin. Στο υποσύνολο των ασθενών στον πληθυσμό αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας (n=95), το κύριο καταληκτικό σημείο του ποσοστού αντικειμενικής ανταπόκρισης (ORR) όπως αξιολογήθηκε από μία ανεξάρτητη επιτροπή ακτινολογικής επανεξέτασης ήταν 66% (95% CI: 56-76, 63/95 ασθενείς). Το ποσοστό των ασθενών με πλήρη ανταπόκριση ήταν 6% (95% CI: 2-13, 6/95 ασθενείς), και το ποσοστό των ασθενών με μερική ανταπόκριση ήταν 60% (95% CI: 49-70, 57/95 ασθενείς). Στους 12 μήνες, το ποσοστό επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου ήταν 57% (95% CI: 45-68).
Το Nivolumab συσχετίζεται με προειδοποιήσεις και προφυλάξεις που περιλαμβάνουν σχετιζόμενες με το ανοσοποιητικό: πνευμονίτιδα, κολίτιδα, ηπατίτιδα, νεφρίτιδα και νεφρική δυσλειτουργία, ενδοκρινοπάθειες, εξάνθημα, καθώς και άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες, αντιδράσεις στην έγχυση και επιπλοκές της αλλογενούς μεταμόσχευσης αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων (HSCT) σε cHL μετά από Nivolumab.
Ο Emmanuel Blin, ανώτερος αντιπρόεδρος και επικεφαλής στρατηγικού σχεδιασμού της Bristol-Myers Squibb, σχολίασε, «Είμαστε εξαιρετικά υπερήφανοι για αυτή την έγκριση του Nivolumab και για τη σημασία της για τους ενήλικες ασθενείς με υποτροπιάζον ή ανθεκτικό κλασσικό λέμφωμα Hodgkin μετά από αυτόλογη μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων και θεραπεία με brentuximab vedotin, καθώς σηματοδοτεί τον πρώτο και το μοναδικό αναστολέα του PD-1 που λαμβάνει έγκριση στην ΕΕ για αιματολογική κακοήθεια. Πρόκειται, επίσης, για τον δεύτερο ανοσο-ογκολογικό παράγοντα της Bristol-Myers Squibb που λαμβάνει έγκριση στην ΕΕ για καρκίνο του αίματος μέσα σε μόλις έξι μήνες».
«Ως εν ενεργεία αιματολόγος, έχω αντιμετωπίσει την πρόκληση της διαχείρισης του κλασσικού λεμφώματος Hodgkin και την ανάγκη που υφίσταται στους ασθενείς που έχουν λάβει θεραπεία στο παρελθόν», είπε ο Andreas Engert, M.D., επικεφαλής ερευνητής και καθηγητής Παθολογίας, Αιματολογίας και Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας στη Γερμανία. «Είναι εξαιρετικά συναρπαστικό το γεγονός ότι, με τη σημερινή έγκριση του Nivolumab για τη θεραπεία ενηλίκων ασθενών με υποτροπιάζον ή ανθεκτικό κλασσικό λέμφωμα Hodgkin μετά από αυτόλογη μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων και θεραπεία με brentuximab vedotin στην ΕΕ, διαθέτουμε πλέον μία εντελώς νέα θεραπευτική προσέγγιση που έχει επιδείξει εντυπωσιακά ποσοστά ανταπόκρισης και διάρκεια ανταπόκρισης σε αυτόν το δύσκολα αντιμετωπίσιμο πληθυσμό».
Στην ενιαία ανάλυση των δεδομένων από τις μελέτες CheckMate -205 και CheckMate -039, ο μέσος χρόνος έως την εμφάνιση ανταπόκρισης ήταν 2,0 μήνες (εύρος 0,7-11,1), και, στους ανταποκριθέντες, η ανταπόκριση διατηρήθηκε με την πάροδο του χρόνου για διάμεσο χρονικό διάστημα 13,1 μηνών (95% CI: 9,5-NE, εύρος 0,0+, 23,1+). Σταθερή νόσος παρατηρήθηκε στο 23% των ασθενών. Σε ανάλυση που ακολούθησε στους 80 ασθενείς της ομάδας Β της μελέτης CheckMate -205, βρέθηκε ότι 37 ασθενείς δεν είχαν καμία ανταπόκριση στην προηγούμενη θεραπεία με brentuximab vedotin. Ανάμεσα σε αυτούς τους 37 ασθενείς, η θεραπεία με το Nivolumab είχε ως αποτέλεσμα ORR 59,5% (22/37), και η διάμεση διάρκεια της ανταπόκρισης ήταν 13,14 μήνες.
Η ασφάλεια του Nivolumab στο cHL αξιολογήθηκε σε 263 ενήλικες ασθενείς από τις μελέτες CheckMate -205 (n=240) και CheckMate -039 (n=23). Ανάμεσα στους ασθενείς αυτούς (συνολικός πληθυσμός ασφάλειας: n=263), σοβαρά ανεπιθύμητα συμβάντα (AE) παρουσιάστηκαν στο 21%. Οι πιο συχνές σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες ΑΕ (που αναφέρθηκαν σε τουλάχιστον 1% των ασθενών) ήταν αντίδραση σχετιζόμενη με την έγχυση, πνευμονία, υπεζωκοτική συλλογή, πυρεξία, εξάνθημα και πνευμονίτιδα. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες (που αναφέρθηκαν σε τουλάχιστον 20% των ασθενών) ήταν κόπωση (32%), λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού (28%), πυρεξία (24%), διάρροια (23%) και βήχας (22%). Στο είκοσι τρία τοις εκατό των ασθενών πραγματοποιήθηκε καθυστέρηση στη χορήγηση της δόσης λόγω ενός AE, ενώ 4,2% των ασθενών διέκοψαν τη θεραπεία λόγω AE. Έξι από τους 40 ασθενείς κατέληξαν λόγω επιπλοκών της αλλογενούς HSCT μετά από το Nivolumab, και αυτοί οι 40 ασθενείς είχαν μία διάμεση παρακολούθηση μετά από επακόλουθη αλλογενή HSCT 2,9 μηνών (εύρος: 0-22).
Σχετικά με το Nivolumab
Το Nivolumab είναι ένας αναστολέας του ανοσολογικού σημείου ελέγχου προγραμματισμένου θανάτου-1 (PD-1), ο οποίος είναι μοναδικά σχεδιασμένος για να αξιοποιεί το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού ώστε να συμβάλλει στην αποκατάσταση της αντικαρκινικής ανοσολογικής ανταπόκρισης. Αξιοποιώντας το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού για την καταπολέμηση του καρκίνου, το Nivolumab έχει καταστεί μία σημαντική θεραπευτική επιλογή σε πολλαπλούς τύπους καρκίνου.
Το πρωτοποριακό παγκόσμιο πρόγραμμα ανάπτυξης του Nivolumab βασίζεται στην επιστημονική εξειδίκευση της Bristol-Myers Squibb στο πεδίο της Ανοσο-Ογκολογίας και περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα κλινικών μελετών σε όλες τις φάσεις, συμπεριλαμβανομένης της Φάσης 3, σε μία ποικιλία τύπων όγκων. Μέχρι σήμερα, στο πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης του Nivolumab έχουν ενταχθεί περισσότεροι από 25.000 ασθενείς. Οι μελέτες του Nivolumab έχουν συμβάλει στην εμβάθυνση της γνώσης σχετικά με τον πιθανό ρόλο των βιολογικών δεικτών στη φροντίδα των ασθενών, ιδιαίτερα όσον αφορά τον τρόπο που οι ασθενείς μπορεί να ωφεληθούν από το Nivolumab σε όλο το εύρος έκφρασης του PD-L1.
Τον Ιούλιο του 2014, το Nivolumab ήταν ο πρώτος αναστολέας του ανοσολογικού σημείου ελέγχου PD-1 που έλαβε ρυθμιστική έγκριση οπουδήποτε στον κόσμο. Σήμερα το Nivolumab είναι εγκεκριμένο σε περισσότερες από 57 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ιαπωνίας. Τον Οκτώβριο του 2015, ο συνδυασμός Nivolumab + Yervoy της εταιρείας αποτέλεσε τον πρώτο συνδυασμό στην Ανοσο-Ογκολογία που έλαβε ρυθμιστική έγκριση για την αντιμετώπιση του μεταστατικού μελανώματος και αυτή τη στιγμή διαθέτει έγκριση σε περισσότερες από 47 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.