Τις αντιφάσεις του νομοθέτη στην προσέγγιση των δικαιωμάτων των ανθρώπων που ζουν με ηπατίτιδα Β ή C ή με HIV, από το δικαίωμα στην αναδοχή ή στην υιοθεσία παιδιών, αναδεικνύουν με ανοιχτή επιστολή τους προς την Υπουργό Εργασίας Ευτυχία Αχτσιόγλου και τα συναρμόδια υπουργεία Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Υγείας, ο Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδος «Θετική Φωνή» και ο Σύλλογος Ασθενών Ήπατος «Προμηθέας».
“Η επιστημονική τεκμηρίωση δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Παθήσεις όπως ο HIV και οι ηπατίτιδες Β και C δε μεταδίδονται με την κοινωνική συναναστροφή ή με την κοινή χρήση αντικειμένων από τα οικιακά σκεύη και τα κλινοσκεπάσματα έως τα είδη υγιεινής. Επιπρόσθετα, είναι πλέον επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι οι άνθρωποι που ζουν με HIV, λαμβάνουν αντιρετροϊκή θεραπεία και επιτυγχάνουν μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο, δε μπορούν να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους ανθρώπους. Αντίστοιχα για την ηπατίτιδα Β, ο εμβολιασμός των ανηλίκων είναι υποχρεωτικός στη χώρα μας, θωρακίζοντας τα παιδιά από την έκθεση στον ιό HBV. Αναφορικά τέλος με την ηπατίτιδα C, οι νέες θεραπείες επιτρέπουν την εκρίζωση του ιού σε ποσοστό άνω του 95%. Καθίσταται επομένως σαφές, ότι ο αποκλεισμός των συγκεκριμένων κατηγοριών ασθενών από την αναδοχή και την υιοθεσία δεν υπηρετεί τα δικαιώματα των παιδιών, ούτε προφυλάσσει την υγεία τους από κάποια μεταδοτική νόσο” υπογραμμίζουν.
Οι δύο φορείς διευκρινίζουν πως αν και ο πρόσφατος νόμος διατηρεί την αθέμιτη αυτή διάκριση σε βάρος των ανθρώπων που ζουν με ηπατίτιδα Β ή C ή με HIV, κατά τα άλλα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς παρέχει τη δυνατότητα σε ομόφυλα ζευγάρια που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης να γίνουν ανάδοχοι γονείς, θεσπίζει την επαγγελματική αναδοχή για παιδιά με αναπηρία ή προβλήματα ψυχικής υγείας και επιχειρεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα των μεγάλων καθυστερήσεων ως προς τη διαχείριση των αιτήσεων των υποψηφίων θετών ή ανάδοχων γονέων.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο «Προμηθέας» και η «Θετική Φωνή» καλούν το Υπουργείο Εργασίας και τα συναρμόδια υπουργεία να αναλάβουν πολιτική πρωτοβουλία και να άρουν τον αποκλεισμό των ασθενών από το δικαίωμα στην αναδοχή και υιοθεσία, ως ένα μέτρο αποκατάστασης της ισονομίας στην πράξη, που υπηρετεί ταυτόχρονα το συμφέρον και την ευημερία των παιδιών.