γράφει ο Δημήτρης Κουτζαμάνης, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας, Συντονιστής της Ομάδας Γονέων
Μικρές ή μεγάλες οι απώλειες που βιώνουμε χαρακτηρίζουν τη ζωή μας και περιγράφουν την καθημερινότητα μας. Μπορεί να πάρουν πολλές διαφορετικές μορφές. Ο φόβος να ακουμπήσω το πόμολο της πόρτας για να μην χάσω την υγεία μου, ο φόβος να σε πάρω αγκαλιά για να μη χάσω εσένα, ο πόνος και η αγωνία που δε μπορώ να σε συναντήσω, ο θυμός που δε μπορώ να αλλάξω παραστάσεις, να ξεφύγει το μάτι μου στον ανοιχτό ορίζοντα, η λύπη που κάτι τόσο απλό όσο το να πάμε ένα σινεμά, να περπατήσουμε αμέριμνοι στις βιτρίνες, το άγχος που δε ξέρω τι θα ξημερώσει. Όλα αυτά τα συναισθήματα είναι απόρροια των μικρών καθημερινών απωλειών που έρχονται ως αποτέλεσμα της Covid – 19 και του εγκλεισμού που επιφέρει.
Και τα παιδιά; Τι γίνεται με αυτά;
Τα παιδιά βιώνουν και αυτά με τη σειρά τους τις μικρές καθημερινές απώλειες και πολλές φορές αδυνατούμε ή αποφεύγουμε να τις αφουγκραστούμε. Βιώνουν την απώλεια των φίλων τους, των καθημερινών δραστηριοτήτων, του παιχνιδιού, της συνάντησης στο σχολείο, αλλά και της σωματικής επαφής μέσω μιας αγκαλιάς με τους φίλους τους ή άλλων συγγενών τους όπως παππούς ή γιαγιά, απώλεια διακοπών, σπουδών κλπ.
Οι απώλειες αυτές είναι σημαντικές και έχουν επίδραση στη ψυχική τους υγεία. Καθώς μπαίνουμε στη διαδικασία να τις συγκρίνουμε με άλλες που θεωρούμε «μεγαλύτερες» ή «σημαντικότερες» τείνουμε να τις υποτιμούμε και να τις προσπερνούμε χωρίς να στεκόμαστε σε αυτές. Πολλοί γονείς παραμένουν εμμονικά σχεδόν γαντζωμένοι από την ιδέα ότι τα παιδιά πρέπει να «μην χάσουν το σχολείο και τη μάθηση», «να μάθουν να δημιουργούν κάτι» ή «να «βλέπουν τη θετική πλευρά των πραγμάτων» που αγνοούν αυτό που επιτελείται μπροστά τους. Τα παιδιά μεγαλώνουν και αναπτύσσονται μέσα σε μια ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση με πολλαπλές απώλειες που χρειάζονται απαραίτητα να επεξεργαστούν. Έτσι τη στιγμή που τα παιδιά εκφράζουν τα συναισθήματα τους για αυτό που τους συμβαίνει και πολλοί γονείς υποτιμούν την έκφραση αυτή. Για παράδειγμα προσπαθούν να αποσπάσουν την προσοχή του παιδιού τους στρέφοντας την στο φαγητό, σε μια ταινία, σε μια δραστηριότητα.
Με τον τρόπο αυτό, παιδιά και έφηβοι, λαμβάνουν ένα ισχυρό μήνυμα από εμάς, ότι οι απώλειες τους δεν είναι σημαντικές και επιλέγουν να τις «θάψουν» με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα που είναι πιθανό να κάνουν την εμφάνιση τους μεταμφιεσμένοι σε εθισμούς, δυσκολία διαχείρισης των συναισθημάτων, απόσυρση κοκ.
Ο πόνος είναι πόνος και δεν υπάρχει κάποια βαθμίδα η οποία μετρά το πόσο πρέπει κάποιος να πονά όταν βιώνει μια απώλεια. Κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός και αυτή η μοναδικότητα αντανακλάται επίσης στον τρόπο με τον οποίο βιώνει τις απώλειες του. Σε ότι αφορά παιδιά και εφήβους, το μόνο που χρειάζεται είναι να βάλουμε για λίγο στην άκρη το τι πιστεύουμε εμείς, να βάλουμε στην άκρη τις προκαταλήψεις και τις θεωρίες μας και να σκύψουμε πάνω σε αυτό που συμβαίνει παρέχοντας στήριξη και καθοδήγηση.
Μένοντας δίπλα τους και αποδεχόμενοι τα συναισθήματά που μας μοιράζονται τους κάνουμε ένα δώρο. Είναι το δώρο της αναγνώρισης της απώλειας ως σημαντική και με αυτόν τον τρόπο «δίνουμε την άδεια» στα παιδιά να ξεκινήσουν τη διαδικασία του θρήνου. Παράλληλα τους δίνουμε ένα ισχυρό μήνυμα ότι στις απώλειες και τις δυσκολίες της ζωής του, θα είμαστε δίπλα τους αλλά ταυτόχρονα ότι τα θεωρούμε ικανά να φέρουν εις πέρας τη διαδικασία αυτή.