Παγωμένη διαβάζω ειδήσεις και αναλύσεις για μια ακόμη τραγωδία όπου τα θύματα ήταν και παιδιά. Όταν τα παιδιά δεν είναι στο ίδιο δωμάτιο μαζί μου, όταν έχουν κοιμηθεί, ανοίγω υπολογιστή να μάθω τα νέα.
Δεν θέλω να τους τρομάξω, δεν θέλω να δουν την φρίκη σε μια εικόνα, δεν θέλω να απαντήσω στις ερωτήσεις τους γιατί δεν ξέρω τι να τους πω.
Δεν το χωράει ο νους μου. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι άνθρωποι κάηκαν σαν τα ποντίκια. Πριν λίγους μήνες πνίγηκαν, σήμερα κάηκαν, τι άλλο μας περιμένει;
Τα παιδιά. Τα παιδιά μου, τα παιδιά της κάθε μαμάς, τα παιδιά όλων μας. Κολλάει το βλέμμα στην πρόταση «αγκαλιάστε τα παιδιά σας». Κολλάει το μυαλό μου από χθες στις πόσες αγκαλιές έκανα με τα παιδιά μου τις τελευταίες μέρες, στις πόσες άδειες αγκαλιές έμειναν…
Ξεχνάμε εύκολα. Η συνήθεια, η άμυνα του μυαλού, η νέα χειρότερη τραγωδία που θα έρθει, δεν ξέρω, αλλά ξέρω ότι ξεχνάμε.
Και μετά αυτομαστιγωνόμαστε. Αλλά την μαλακία την κάνουμε.
Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει κάθε μέρα, κάθε στιγμή. Δεν ξέρουμε τίποτα για το αύριο. Ξέρουμε όμως ότι η Ζωή είναι ωραία. Ξέρουμε ότι η ζωή είναι στιγμές. Όλα σε μια στιγμή συμβαίνουν. Και τα καλά και τα κακά.
Σκέφτομαι τα τελευταία πέντε χρόνια πόσα παιδιά γνώρισα μέσα σε νοσοκομεία, πόσες μανούλες να υποφέρουν βουβά, πόσες οικογένειες να μετράνε τις πληγές τους και να λένε «φτάνει».
Σκέφτομαι τα τελευταία πέντε χρόνια, πόσες φορές αναλογίστηκα τόσα χρόνια τι έκανα, που ήμουν, γιατί είχα τα μάτια μου και τα αυτιά μου κλειστά σε όλα τα θλιβερά. Γιατί, αφού την επόμενη μέρα ξεχνούσα τι άκουσα την προηγούμενη, κλειστά τα είχα τα μάτια μου, κλεισμένη στον μικρόκοσμο μου…
Σκέφτομαι ότι το μόνο που οφείλουμε να κάνουμε είναι να μετράμε στιγμές. Να μετράμε αγκαλιές. Χωρίς λόγια.
Μαμά Μένια