απαντά η Βίκυ Κάουλα, life & business coach, σύμβουλος σχέσεων
Όταν στη ζωή μας συμβαίνει κάτι που την αναστατώνει και ειδικά όταν αυτό το κάτι έχει να κάνει με τη σοβαρή ασθένεια παιδιού μας τότε η πρώτη αντίδραση της πλειονότητας είναι να υποστούν σοκ, να αρνούνται να πιστέψουν την αλήθεια. Βέβαια, δεν έχουν πολλά περιθώρια για να κτίσουν την άμυνά τους και να θωρακιστούν, γιατί καλούνται να σταθούν δίπλα στο παιδί τους, που τους έχει ανάγκη, όση δεν τους είχε ποτέ. Καλούνται να παραμερίσουν τα δικά τους συναισθήματα και να δουν πώς θα αντιμετωπιστεί η κατάσταση και πώς θα ρυθμίσουν την καθημερινότητά τους ώστε αυτή να εξυπηρετεί τη θεραπεία του παιδιού με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Έτσι, υπό το βάρος αυτής της ευθύνης, που δεν μπορούν να αποποιηθούν, νιώθουν τρομερή πίεση. Σε τέτοιες καταστάσεις πίεσης ο καθένας αντιδρά με τον δικό του τρόπο. Άλλοι γεμίζουν την ημέρα τους με πολλές εργασίες και δραστηριότητες ώστε να μην τους μένει χρόνος να σκεφτούν και να είναι το βράδυ εξουθενωμένοι για να καταφέρουν να κοιμηθούν και να μην σκέφτονται. Με αυτόν τον τρόπο κρατούν απόσταση από τα συναισθήματά τους για όταν θα είναι σε θέση να τα αντιμετωπίσουν. Άλλοι θέλουν να βρίσκονται συνέχεια με κόσμο και να μοιράζονται το πρόβλημά τους, νιώθοντας ότι έτσι είναι λιγότερο βαρύ. Άλλοι πάλι αυτό που θέλουν είναι να μείνουν μόνοι τους, να κλειστούν στο σπίτι τους και να μην κάνουν τίποτα από την καθημερινότητά τους, που πια ίσως τους φαντάζει ένα όνειρο που έχασαν, αλλά παράλληλα το βρίσκουν ανούσιο να ασχοληθούν με αυτό από τη στιγμή που έχουν να ασχοληθούν με το πρόβλημα υγείας του παιδιού τους.
Εάν τύχει λοιπόν σε κάποιον να θέλει να απομονωθεί αυτό θα πρέπει να είναι σεβαστό, όσο και να μας φαίνεται ότι δεν είναι καλό για εκείνον. Ο ίδιος ξέρει τι έχει ανάγκη και προφανώς για να επιλέγει την απομόνωση χρειάζεται λίγο χώρο και χρόνο για να αφομοιώσει τα νέα δεδομένα στη ζωή του, να παλέψει με τους φόβους του για την εξέλιξη της υγείας του παιδιού του και να ανασυγκροτηθεί για να μπορέσει στη συνέχεια να ανταπεξέλθει. Δεν υπάρχει λόγος να τον πιέσουμε να μιλήσει ή να βγει. Αρκεί να του δηλώσουμε και να του δείξουμε ότι είμαστε εκεί γι’ αυτόν και ότι είμαστε διατεθειμένοι να τον ακούσουμε και να τον βοηθήσουμε όταν το θελήσει. Και που και που να υποδηλώνουμε την παρουσία μας και να εκδηλώνουμε το ενδιαφέρον μας, με ένα τηλεφώνημα, ένα μήνυμα ή όποιον άλλο τρόπο σκεφτούμε.
Πλήρης απομόνωση είναι δύσκολο να επιτευχθεί αφού υπάρχουν ανειλημμένες υποχρεώσεις, τις οποίες οφείλει να διεκπεραιώσει όπως μπορεί, όσο ανούσιες και να του φαίνονται. Εάν μπορέσει να τις αναβάλει για λίγο αργότερα θα είναι χρήσιμο.
Μετά από ένα χρονικό διάστημα, το οποίο πάλι είναι διαφορετικό για τον καθένα, σιγά σιγά πρέπει να επανέλθει στην νέα καθημερινότητα, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί. Η καθημερινότητα και τα πράγματα που θα πρέπει να κάνει θα βοηθήσουν στην προσαρμογή του στα νέα δεδομένα.
Προσοχή, όμως, στην υπερβολή! Όσο σεβαστή και κατανοητή κι αν είναι η ανάγκη για απομόνωση δεν θα πρέπει αυτή να διαρκέσει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί σταδιακά θα οδηγηθούμε το πιθανότερο σε μια κατάσταση, από την οποία δύσκολα θα μπορέσουμε να απεγκλωβιστούμε. Γι’ αυτό όσοι είναι στο περιβάλλον καλό είναι να επαγρυπνούν και να έχουν την έγνοια να μην παραταθεί επ’ αόριστον η περίοδος απομόνωσης και ίσως να αποτανθούν και σε ειδικό για να τους βοηθήσει να διαχειριστούν πιο εύκολα την κατάσταση.