Η χώρα μας κατέχει τη χειρότερη θέση με μέση αναμονή τους 21,3 μήνες, όταν στη Γερμανία η αναμονή είναι μόλις 3,5 μήνες, στο Ηνωμένο Βασίλειο 3,9 μήνες, όσο και ο μέσος ευρωπαϊκός όρος.
Πολύ καλύτερη εικόνα έχουν και οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, με την Πορτογαλία να χρειάζεται 13,5 μήνες για να εγκρίνει ένα καινοτόμο σκεύασμα, την Ιταλία 14,5 μήνες και την Ισπανία 15,8.
Τον σχετικό πίνακα, ο οποίος παρατίθεται πιο κάτω, παρουσίασε τη Δευτέρα το προεδρείο του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ).
Το υπουργείο Υγείας θα ζητεί από τις εταιρείες να καταθέτουν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει πως τα υπό έγκριση καινοτόμα φάρμακα έχουν αξιολογηθεί από έξι ευρωπαϊκές χώρες. 21,3 μήνες θα χρειάζονται για να εγκριθεί ένα καινοτόμο φάρμακο!
Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ Πασχάλης Αποστολίδης έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, λέγοντας πως τα προωθούμενα από την κυβέρνηση μέτρα θα προκαλέσουν περαιτέρω επιβάρυνση της κατάστασης.
Με τα προτεινόμενα μέτρα – είπε – η είσοδος των καινοτόμων θεραπειών των βαρέως και χρονίως πασχόντων ασθενών στην Ελλάδα θα καθυστερεί από δύο έως τέσσερα χρόνια ή δεν θα γίνεται καθόλου.
Το υπουργείο Υγείας θα ζητεί από τις εταιρείες να καταθέτουν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει πως τα υπό έγκριση καινοτόμα φάρμακα έχουν αξιολογηθεί από έξι ευρωπαϊκές χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία, Σουηδία, Ισπανία).
Σύμφωνα με τον κ. Αποστολίδη, αυτό σημαίνει σημαντικές καθυστερήσεις νέων καινοτόμων φαρμάκων για ανθρώπους που δεν διαθέτουν την πολυτέλεια του χρόνου, καθώς αυτά μπορεί να είναι η μόνη τους ελπίδα.
Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, ωστόσο, δεν απάντησε ευκρινώς στην ερώτηση σχετικά με το εάν τα νέα σκευάσματα πρέπει να κυκλοφορούν νωρίτερα στην Ελλάδα από τις παραπάνω χώρες, οι οποίες έχουν σοβαρά συστήματα αξιολόγησης καινοτομίας Υγείας (ΗΤΑ), αλλά και μικρότερους χρόνους αναμονής σε σχέση με την Ελλάδα.
Έκανε, πάντως, λόγο για μία σειρά επιβαρύνσεων, τις οποίες υφίστανται οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.
Πρόκειται για την υποχρεωτική προκαταβολική έκπτωση 25%, με την οποία “τιμωρούνται” τα νέα φάρμακα και η οποία οδηγεί τη συνολική επιβάρυνση πάνω από το 60% (rebate όγκου 20% + rebate 25% των νέων φαρμάκων + 17% κατά μέσο όρο clawback), καθιστώντας ασύμφορη την εισαγωγή τους και καταστρέφουν τη φαρμακευτική αγορά.
Σημείωσε πως σε ένα πεδίο όπου η Ελλάδα ήδη υπολείπεται τραγικά, τα νέα μέτρα δεν στοχεύουν στον εξορθολογισμό, αλλά πλήττουν ευθέως τους Έλληνες ασθενείς και την καινοτομία.
Αν ίσχυαν ήδη οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις – είπε – στην πρόσφατη θετική λίστα με τις 21 δραστικές ουσίες, επτά από αυτές για σοβαρές και σπάνιες ασθένειες, καμία δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει στη χώρα.
Αποτυπώνοντας τις σχετικές επιπτώσεις, το προεδρείο του ΣΦΕΕ παρουσίασε στοιχεία και για την περίπτωση της τριετίας 2014 – 2016, στην οποία στην Ελλάδα κυκλοφόρησαν 43 νέα φάρμακα που αφορούν στον καρκίνο καθώς και άλλες σπάνιες παθήσεις.
Κανένα από τα παραπάνω φάρμακα δεν πληροί την προϋπόθεση θετικής αξιολόγησης από τις έξι χώρες που αναφέρονται στη προτεινόμενη ρύθμιση του υπουργείου Υγείας, συνεπώς κανένα δεν θα ήταν σήμερα διαθέσιμο στους Έλληνες ασθενείς που πάσχουν από σοβαρότατες χρόνιες παθήσεις.
Το προεδρείο του ΣΦΕΕ παρουσίασε πρόσφατη γνωμάτευση του καθηγητή στο London School of Economics (LSE) Πάνου Καναβού. Σύμφωνα με αυτή, είναι αδύνατη η εφαρμογή μίας τέτοιας ρύθμισης, καθώς οι χώρες που προτείνονται έχουν πολύ διαφορετικές διαδικασίες με σημαντικές ανομοιότητες στον τρόπο που εφαρμόζουν τον μηχανισμό αξιολόγησης και επιπλέον δεν αξιολογούνται όλα τα φάρμακα σε αυτές τις χώρες.
Πηγή: www.iatronet.gr