Οι περισσότεροι γονείς μέσα στο νοσοκομείο διαβάζουν πολύ. Είναι πολλές οι ώρες της αναμονής, είναι μεγάλη η ανάγκη να ξεφύγεις, να μη σκέφτεσαι, να σκέφτεσαι κάτι άλλο, να «σκοτώνεις» τον χρόνο.
Θυμάμαι μια μαμά που έπαιρνε ταξιδιωτικούς οδηγούς, έβγαινε στον κήπο του νοσοκομείου και διάβαζε για ταξίδια.
Όταν νοσηλευόταν η Νεφέλη, διάβαζα ένα βιβλίο ανά 2 ημέρες. Αυτή η συνήθεια μου έχει μείνει. Εξακολουθώ να μη θέλω να σκέφτομαι, να θέλω να «σκοτώσω» το χρόνο, να σκεφτώ κάτι άλλο. Οι εκδόσεις ΙΒΙΣΚΟΣ μου πρότειναν κάποια από τα βιβλία τους… Προτείνω λοιπόν κι εγώ, αυτά που διάβασα. Αυτά που με ταξίδεψαν.
«Το Τέλος Μιας Τέλειας Μέρας» του Δημήτρη Τερζή. Αυτός ο τίτλος μου αρέσει πολύ. Τριάντα τρεις ιστορίες ανθρώπων που φτάνουν στο τέλος μιας τέλειας μέρας, έχοντας ερωτευτεί, δοκιμαστεί, προδοθεί, με το ανικανοποίητο να κυριαρχεί στη ζωή τους και τις φαντασιώσεις να υποκαθιστούν την πραγματικότητα.
«Ο Κόκκινος Λωτός» του Λουκά Μέξη. Φοβερό! «Ο Άγγελος ξαφνιάστηκε. 33 χρονών και ποτέ ερωτευμένος; Είναι δυνατόν;» Ναι, Άγγελε μου, είναι δυνατόν. Αλλά πάντα μας συμβαίνει τελικά.
«Κρυμμένες Αλήθειες» του Μανόλη Βενιέρη. Αν και θλιβερή ιστορία, αν και στενοχωρήθηκα όταν το διάβαζα, μου άρεσε πολύ. Ίσως είναι και τα όσα περνάω.
«Έξι μήνες μετά το ατύχημα καθόταν στο αμαξίδιο του και κρατούσε στα χέρια του μια ήδη σχηματισμένη θηλιά. Όλες οι παραπάνω σκέψεις τού είχαν περικυκλώσει το μυαλό και είχε βρεθεί σ’ ένα κυριολεκτικά θανάσιμο δίλημμα. Τα χέρια του είχαν ιδρώσει τόσο πολύ, που το σχοινί σιγά-σιγά γλιστρούσε και κόντευε να πέσει στο πάτωμα. Η πάλη μέσα του ήταν αμφίρροπη. Κρύος ιδρώτας είχε λούσει όλο το κορμί του, σκέψεις θολές και ασυνάρτητες είχαν αρχίσει να κατακλύζουν τον νου του. Τι πήγαινε να κάνει, όχι, δεν έπρεπε να το κάνει. Ένιωσε την καρδιά του να δυσφορεί, λες και ένα δυνατό χέρι την κρατούσε και την έσφιγγε με όλη του τη δύναμη. Έκλαιγε, τα μάτια του άρχισαν να τρέχουν ποτάμι, αλλά το σχοινί παρέμενε στα χέρια του. Έκλεισε τα μάτια και ένιωσε ένα ρεύμα να τον διαπερνά, λες και είχε πάθει ηλεκτροπληξία. Άνοιξε τα μάτια και απόθεσε το σχοινί κάτω· όχι, δεν θ’ αυτοκτονούσε σήμερα, ίσως να μην το έκανε και ποτέ». Και σε η μαμά του, η Φανή, , αγωνίζεται να συμφιλιωθεί με τη μοίρα της προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στις απαιτήσεις τού κυκλοθυμικού γιου της και στην εχθρότητα του άντρα της, ο οποίος την θεωρεί υπεύθυνη για τη δυστυχία του».
«Χίλιοι Τρόποι Να Πεθάνεις» του Αλέξανδρου Ακριτίδη. Το διάβασα απνευστί. Μια κατάδυση προς την άβυσσο της ψυχής ενός αυτοκαταστροφικού ανθρώπου. Μια διαδρομή μέσα από σκοτεινά και δαιδαλώδη σοκάκια, για να σε φτάσει στο άβατο της παρανομίας, στις χαμένες συνειδήσεις, στις χαμένες ζωές. Ο έρωτας παρών, αλλά σε ρόλο δεύτερο, “παράπλευρο θύμα” καταστάσεων που ξεπερνούν τα συνήθη ανθρώπινα ζητούμενα. Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα. Μου άρεσε πολύ και το προηγούμενο βιβλίο του «Πυξίδα των Ονείρων».